Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Για το “Πρόσφορο Χώμα” | γράφει ο Γιώργος Δρίτσας


Η επαφή με τη γη και δη τη λεγόμενη «πατρική γη», είναι κάτι που μέσα στον ορίζοντα του σύγχρονου τεχνολογικού πολιτισμού, όχι μόνο θεωρείται απευκταίο αλλά και πολλές φορές απαγορευτικό. Ιδιαίτερα δε, όταν αυτή συνδέεται με τη βαθύτερη έκφραση των ανθρώπινων συναισθημάτων και σκέψεων, που αποτελούν τον βασικό πυρήνα της πραγματικής και μη «σχολακιστικής» ποίησης· η οποία μας επιτρέπει να δομήσουμε μια γέφυρα μεταξύ της λογικής, της διαίσθησης και των συναισθημάτων, μια γέφυρα δηλαδή μεταξύ του ανθρώπου και του πνεύματος.

Πάνω σε αυτή τη βάση κινείται το «Πρόσφορα χώμα» του Γιώργου Σαράτση, το δεύτερο βιβλίο του συγγραφέα. Μέσα στην ποιητική αυτή συλλογή αχνοφαίνεται το προσωπικό στίγμα του ποιητή, σε συνάρτηση όμως με τον τόπο του, αφού εν τέλει και οι δύο μοιράζονται την ίδια μοίρα (Φλέγομαι απ’ τον ίδιο ήλιο που θα δει το τέλος μου/ θα δεχτεί την καταδίκη της φυλής και του τόπου).

Εκκινώντας από την έκφραση του προσωπικού εαυτού, παρατηρούμε ένα ποιητικό υποκείμενο που μετατρέπει την ποίηση σε ίαμα και ευλογία (Σ’ ευχαριστώ, Θεέ μου/ που στέλνεις κάθε τόσο λίγη ποίηση) και ταυτόχρονα σε εξαγνιστικό θάνατο (μάλλον, αυτό είναι ποίηση -/ να πεθαίνεις και να πεθαίνουν όλοι). Η πραγματικότητα γίνεται ένα βάρος και μια αίσθηση μελαγχολίας απλώνεται σε όλη την έκταση της συλλογής. Μια γνήσια φωνή υπαρξιακής ανησυχίας που, όμως, δεν καταλήγει στον αυτομηδενισμό αλλά στην αυτοσυνειδησία και στη διάθεση απόρριψης όλων όσων έφεραν λύπη και αρνητικότητα στη ζωή του ποιητή (Αν ποτέ λυτρωθώ/ θα ‘ναι για να σας φτύσω κατάμουτρα/ Ένα Θεός ξέρει πόσο σκοτάδι κόστισε η ζωής σας).

Το ποιητικό υποκείμενο έτσι, προσανατολιζόμενο προς μια πορεία συνειδητού μετεωρισμού, δεν αρνείται την επαφή με όσα το περιτριγυρίζουν και το κυκλώνουν, και αποτελούν ταυτόχρονα μέρος του χαρακτήρα και της ψυχοσύνθεσής τους. Εξάλλου, δεν θα μπορούσε να επιτευχθεί κάτι τέτοιο άλλωστε, όταν κατάγεται από «τόπους δύσκολους»· από τόπους και μια γη δηλαδή, που φαίνονται σαν ένα «πηγάδι που στέρεψε», σαν μια πατρίδα που μοιάζει με γυναίκα «ξένη και άτεκνη», και που τον εξαναγκάζουν να αφήσει πίσω τις όποιες ευαισθησίες του.

Τέλος, όπως είδαμε και παραπάνω, ο ποιητής ζώντας σε ένα κόσμο μηχανοποιημένο, ο οποίος τον κατατρώει ψυχικά και τον απομακρύνει από κάθε σύνδεση με τη φύση και τον τόπο του, ο οποίος βέβαια αργοπεθαίνει, προσπαθεί να αναπνεύσει ποιητικά. Το «Πρόσφορο χώμα» υπό αυτή την οπτική κάθε άλλο από κραυγή αγωνίας είναι, αντιθέτως αποτελεί μια καταγγελία της παρούσας εποχής και ταυτόχρονα μια αναγγελία της προσπέρασής της.

* δημοσιεύθηκε στο Λογοτεχνικό δελτίο, τ. 25, στήλη κριτικές αναφορές, Μάρτιος 2023